Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Η θάλασσα που πνίγεται

Μπήκαν στην αίθουσα
Μια αράχνη περπατούσε υφαίνοντας
Λεκέδες στις κουρτίνες
Κομμένα τα χαλιά
Όλοι εκεί,
δε μέτρησα εσένα, Νίκο.
Ήρθαν με ιερό σκοπό, σοφό, συνταιριασμένο
Μετρητολόγοι από της γης τα μέρη.
Τα εργαλεία στρώθηκαν στην τράπεζα
Το σχέδιο και οι ερωτήσεις μας, αντάμα
Μέτρα εσύ και πες μου να κρατάω σημειώσεις
Πόσο κρατάει μια ηδονή πριν την πληγώσεις;
Πόσο ο κούφιος έρωτας που τρέμει σε ένα στρώμα;
Πόσοι εραστές χειραγωγούν τη μοναξιά και πόσοι γίνονται όργανά της;
Με σένα έχω τελειώσει
Ήρθε η σειρά εκείνου με το κόκκινο παλτό.
Πόσες πορείες οργανώθηκαν να καταστρέψουν τη συνείδηση;
Πόσες φιάλες δακρυγόνου καίνε το μυαλό;
Πόσα χτυπήματα μπορείς να δώσεις φορώντας το ένδυμα το παγερό;
Πόσες ζωές χαθήκανε χωρίς ο λόγος επανάστασης στα χείλια τους να φορεθεί;
Μην τρέμεις, ήρθε κι η σειρά σου
Πόσα κάγκελα περνούσε η σιωπή σου πριν πεθάνει;
Πόσες μέρες το κελί σου ήταν φωτεινό;
Πόσοι αυτοκτονηθήκανε και γέλαγες εσύ;
Πόσα βιβλία διαβάζεις την ημέρα;
Ακίνητος εσύ, μιλώ σε σένα με το μωβ λουλούδι, που δίχως έλεος κρέμασες στα μαλλιά της
Μέτρα πόσα αστέρια έχει ο ουρανός που σκοτώνεις κάθε μέρα στο κρεβάτι σου
Πόσα ξύλα υποδοχής στην κρύα σόμπα σου θα κάψει η αντοχή σου;
Πόσες ώρες ταξιδεύεις κάθε μέρα;
Πόσες σκέψεις τρυπάνε τους ήχους σου;
Απόκαμαν
Σοφοί ως ήτο
Κι εκείνη αλυχτούσε,
σαν την Εκάβη,
σαν μια μορφή που παραδέρνει μες στη νύχτα
σαν μία πόρνη που της κόπηκε ο μισθός
σαν μια ζητιάνα που σταμάτησε να παίρνει
σαν ένα άγαλμα που χόρευε ταγκό
σαν ένα κρύο πιάτο συνεδρίασης συνοδευμένο με πολλά μπαχαρικά, παραγγελία
Απάντηση ζητάω
για αίματα που ορίσαν οι μεγάλοι
για ψέματα που σκύψαν το κεφάλι
ωραία ασφάλεια στους ώμους τους κυρτούς
για αγάπες, όνειρα, ιδανικά που χάθηκαν από τον χάρτη που κρατούσα
μες στην παράνοια που ζούσα μου διέφευγαν
πόσα κορμιά θα σβήσει ο αγώνας
πόσα μυαλά θα κλείσουνε τα μάτια
πόσα στουπιά βουλώνουνε τα στόματα
πόσες καρδιές παγώνουν στην ανάγκη
πως η αλήθεια ξεπερνάει την αλήθεια της
σαν μία λέξη βγαίνει στον αγέρα
σα λάβαρο υψώνεται
και καίγεται σαν μεσαιωνική μαγεία.
Χτυπιέται από όλους
Οι πέτρες σχηματίζουνε το λόφο τους
Μόνο ξεχάσανε της γης τους κολασμένους, τους τρελούς
μόνο ξεχάσανε κατάδικους που μαρτυρούνε το όνομά της
μόνο ξεχάσανε τα σκονισμένα ρούχα εκείνων
που οι μηχανές τους βάλανε σημάδι
ποσότητα να βγάλουνε ταγμένοι
Εκείνοι
μόλις τα χέρια κουραστούνε των μεγάλων
μόλις η γλώσσα τους βγει κι αντικρίσει ουρανό
μόλις τα έντερα στο χώμα κυλιστούνε ανθρώπων όχι,
τέτοια λέξη δε θα χαράξει ετούτος ο γραφίτης
Θα έρθουν
οι πράξεις τους μνημείο μυστικό
κι εσύ μη στέκεσαι,
οι λέξεις μου παράνοια
πράξε ως θέλεις
μη ζητάς
προφητείες να ακούσεις
αριθμό του λαχνού
ανακούφισης χάπι
λύτρωση εαυτού
ιστορίες αγάπης κι ελπίδας
έρωτες που χαθήκαν
σ ένα δρόμο τυφλό
πονεμένες ματιές που ενωθήκαν στη μοίρα
ή ακόμη και κάτι, άλλο, πιο σκοτεινό
Μόνο ένα θα μάθεις
έναν τρόμο κενού.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου