Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Ζ

Γνώρισα τη ζωή κι εκείνη μου είπε να σπάσω το τζάμι. Να πάρω μια πέτρα, να τη βάλω στο στόμα μου και να τη φτύσω στο παράθυρο.
Δεν υπάκουσα. Μάζεψα πέτρες κι έκανα ένα πέτρινο λουλούδι.
Γνώρισα ξανά τη ζωή. Μου είπε να πλημμυρίσω το σπίτι με κόκκινο νερό και καπνό από βαριά τσιγάρα.
Δεν υπάκουσα. Πήρα το κόκκινο νερό και το έκανα θυσία με θυμίαμα που ο καπνός να φτάνει στα ουράνια.
Σε περίεργους και έρημους δρόμους έψαχνα να βρω ξανά τη ζωή.
Την έψαξα στις πλάκες του πεζοδρομίου όταν τα πατήματα των περαστικών τις καλύπτουν με σκόνη.
Την έψαξα στα βράχια που σκάει η αγριεμένη θάλασσα την ώρα του μεσημεριανού ύπνου.
Την έψαξα στις ομιλίες, στις φωνές, στη σιωπή, στις κινήσεις, στις χειραψίες, στα δάκρυα, στο γέλιο.
Την έψαξα στο στοιχειό των ονείρων μου, στην αγάπη μου, στις ενοχές και στην αρρώστεια.
Πουθενά η ζωή.
Τότε ρώτησα. Ρώτησα εσένα. Μου 'πες.
Κι ύστερα έφυγες. Έτρεξα να σε πιάσω. Σε ρώτησα που πας.
Να βρω τη ζωή, μου απάντησες.
Κούνησα το κεντημένο μαντήλι. Έφυγα.
Στο δρόμο με βρήκε η ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου